Πιστόια

Πιστόια
(Pistoia). Πόλη της Ιταλίας στην Τοσκάνη, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας. Είναι χτισμένη στα βόρεια όρια της πεδιάδας του ποταμού Ομπρόνε, που περιλαμβάνεται ανάμεσα στον Άρνο και τα Απέννινα. Πρόκειται για σημαντικό εμπορικό και γεωργικό κέντρο (αμπέλια, λαχανικά, φρούτα) και έδρα πολλών και αξιόλογων βιομηχανιών (υφαντουργία, σιδηρουργία, υαλουργία, οπλοποιία, βυρσοδεψία, μεταξουργία). Αποτελεί σιδηροδρομικό σταθμό της γραμμής Μπολόνια-Πορέτα-Φλωρεντία και Φλωρεντία-Λούκα. Στην πόλη διατηρούνται τα μεσαιωνικά τείχη με τέσσερις πύργους και ακρόπολη, που σήμερα χρησιμεύει ως φυλακή. Διατηρεί πολλά και ενδιαφέροντα μνημεία του παρελθόντος, μερικά από τα οποία έπαθαν σοβαρές ζημιές στη διάρκεια του B΄ Παγκοσμίου πολέμου. Το κέντρο της Π. αποτελεί η πλατεία της Μητρόπολης, ναού πιζανικού τύπου του 12ου αι. με οκτάγωνο γοτθικό βαπτιστήριο του 14ου αι., που χτίστηκε πάνω σε σχέδια του Αντρέα Πιζάνο. Σε μικρή απόσταση από τον καθεδρικό ναό βρίσκεται το Πραιτωριανό Ανάκτορο, που ανακαινίστηκε το 1367 και λειτουργεί στις μέρες μας ως δικαστικό μέγαρο. Μεγάλου ενδιαφέροντος είναι οι εκκλησίες του Aγίου Βαρθολομαίου (1167) στο Πάντανο, τοσκανορομανικού ρυθμού, του Aγίου Παύλου (1302), του Aγίου Ανδρέα (12ος αι.), του Aγίου Δομίνικου (13ος αι.) και του Aγίου Φραγκίσκου (1294) με τοιχογραφίες του 14ου αι. Η ομώνυμη επαρχία (965 τετρ. χλμ.) απλώνεται ανάμεσα στα Απέννινα, την κοιλάδα του Ρήνου (έως την Πορέτα), την πεδιάδα της Φλωρεντίας και το όρος Άλμπανο. Σε έκταση είναι μια από τις μικρότερες ιταλικές επαρχίες, αλλά είναι η τρίτη πιο πυκνοκατοικημένη περιοχή. Διαθέτει ανεπτυγμένη τουριστική κίνηση και μεγάλες βιομηχανίες (υφαντουργικά μηχανήματα, χαρτοποιίες, υποδηματοποιίες). Ιστορία. Πρόκειται για τη ρωμαϊκή Πιστωρία, γνωστή από τη μάχη που έγινε το 62 π.Χ. στα Β της πόλης και κατάληξε σε ήττα του Κατιλίνα. Μετά την πτώση της αυτοκρατορίας της Δύσης με τους Λογγοβάρδους η Π. αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα στρατιωτικά και διοικητικά κέντρα. Η κοινότητα σχηματίστηκε στα τέλη του 11ου αι. και άκμασε στους δύο επόμενους αιώνες, πολέμησε μάλιστα με επιτυχία με γειτονικά κράτη. Το 1306 κατακτήθηκε από τη Φλωρεντία και τη Λούκα και παρέμεινε στην κυριαρχία της πρώτης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • Βερόκιο, Αντρέα ντελ- — (Andrea del Verrocchio, Φλωρεντία 1435 – Βενετία 1488). Καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Ιταλού γλύπτη και ζωγράφου Αντρέα ντε Μικέλε ντι Φρανσέσκο ντι Κιόνι (Andrea de Michele di Francesco di Cioni), από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της Αναγέννησης.… …   Dictionary of Greek

  • Τζοβάνι Πιζάνο — (Giovanni Pisano ; 1245 50 – ; μετά το 1314). Ιταλός γλύπτης, αρχιτέκτονας και οικοδόμος. Η μεγάλη παιδεία του, που φανερώνει ότι ήταν γνώστης των γοτθικών νεωτεριστικών αντιλήψεων και βαθύς μελετητής των αρχαίων αναγλύφων, έκανε πολλούς… …   Dictionary of Greek

  • Φάμπρι, Ατζένορε — (Fabbri, Μπάρμπα, Πιστόια 1911 –). Ιταλός γλύπτης. Σπούδασε στη Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων της Πιστόια και στη συνέχεια, το 1935, εργάστηκε σε ένα εργοστάσιο κεραμικής στην Αλμπίζολα. Μετά τον πόλεμο εγκαταστάθηκε στο Μιλάνο για να συνεχίσει… …   Dictionary of Greek

  • λέων — I Όνομα λογίων της βυζαντινής περιόδου. 1. Λόγιος και κληρικός (9ος αι.). Σοφός δάσκαλος με ευρεία εγκυκλοπαιδική μόρφωση και σκέψη, άκμασε την εποχή κατά την οποία στο Βυζάντιο σημειώθηκε μια αξιόλογη πνευματική άνθηση επί Θεοφίλου και Μιχαήλ Γ’ …   Dictionary of Greek

  • πιστόλι — Μικρό φορητό πυροβόλο όπλο, η χρήση του οποίου χρονολογείται από τον 15o αι. Τα πρώτα π. ήταν σχετικά μακριά όπλα, με διαμέτρημα ανάλογο των τουφεκιών, από τα οποία διέφεραν στο ότι είχαν λαβή κατάλληλη για να κρατιούνται και να χρησιμοποιούνται… …   Dictionary of Greek

  • Αντρεΐνι, Ισαβέλλα — (Isabella Canali Andreini, Πάντοβα 1562 – Λιόν 1604). Ιταλίδα ηθοποιός. Προερχόταν από τη βενετσιάνικη οικογένεια των Κανάλι, προικισμένη με καταπληκτικό ταλέντο και εξαιρετική ομορφιά. Έκανε το ντεμπούτο της στη σκηνή με τον θίασο των Τζελόζι το …   Dictionary of Greek

  • ζωφόρος ή ζωοφόρος — Ονομασία οριζόντιας συνήθως διακοσμητικής ζώνης ενός κτιρίου. Στην ειδική περίπτωση των αρχαίων κλασικών ναών, ζ. είναι η ζώνη μεταξύ επιστυλίου και γείσου, διακοσμημένη συχνά με παραστάσεις ανάλογες με την εποχή και τον αρχιτεκτονικό ρυθμό του… …   Dictionary of Greek

  • Κατιλίνας, Λεύκιος Σέργιος — (Lucius Sergius Catilina, 108; π.Χ. – Πιστωρία 62 π.Χ.). Ρωμαίος πολιτικός. Έγινε γνωστός από τη συνωμοσία που φέρει το όνομά του. Καταγόταν από οικογένεια πατρικίων που είχε χάσει την περιουσία της και ήταν οπαδός και δραστήριος συνεργάτης του… …   Dictionary of Greek

  • Κλήμης — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ο απόστολος. Ήταν επίσκοπος Σάρδεων. Από τον Απόστολο Παύλο αναφέρεται στην Προς Φιλιππησίους δ’ 3 επιστολή, ως ο πρώτος εθνικός που έγινε χριστιανός. Η μνήμη του τιμάται στις 10 Σεπτεμβρίου. 2.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”